ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ

2011-10-30 13:05

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ

Λουκά: Κεφ. ΙΣΤ΄, 19–31.

Κυριακή 30η Οκτωβρίου 2011

Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου

Ο πλούτος και η φτώχια, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, είναι υπαρκτικά φαινόμενα του ιστορικού βίου του παγκόσμιου γίγνεσθαι, τα οποία έχουν ποικιλόμορφες κοινωνικές και πνευματικές προεκτάσεις, αλλά και  παρανοήσεις.

Ο χριστιανισμός δια του Ιερού Ευαγγελίου και των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας διδάσκουν, ότι υπάρχουν δύο ειδών αγαθά. Υπάρχουν τα ελεύθερα αγαθά, τα οποία δίνει ο Θεός με αφθονία σε όλους εξίσου, όπως είναι ο αέρας, το φως, το νερό κ.ο.κ.,  και ότι όλοι δικαιούμαστε τον αέρα, το φως, το νερό. Εκτός όμως από τα ελεύθερα αυτά αγαθά τα οποία ο Θεός δίνει εξίσου σε όλους, υπάρχουν και τα λεγόμενα οικονομικά αγαθά τα οποία οφείλονται στην ανθρώπινη συμβολή, για να αποκτηθούν. Κάποιος είναι εργατικός, επιμελής και αποκτάει αγαθά με τη δική του προσπάθεια. Είναι τα οικονομικά αγαθά, υπάρχει ανθρώπινη συμβολή, δεν είναι του Θεού. Αυτά λοιπόν τα ανθρώπινα αγαθά, τα θεωρούν οι πλείστοι, ότι μπορούν να τα κάνουν ό, τι θέλουν.

Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας και το Άγιο Ευαγγέλιο διδάσκουν, ότι ακόμη και τα οικονομικά αγαθά, αυτά τα οποία αποκτάει ο άνθρωπος με την εργασία του, με έντιμα μέσα, ακόμη κι αυτά, δεν είναι δικά του. Δεν μπορεί π.χ. λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος να διεκδικήσει ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού, την απόλυτη κυριότητα του σπιτιού του. Όλοι θεωρούμε ότι  είμαστε απόλυτοι κύριοι του σπιτιού μας. Γιατί λέει εκτός του ότι τα υλικά που χρησιμοποιεί για την κατασκευή του, το χώμα, το νερό, δεν είναι δικά του αλλά είναι του Θεού, επιπλέον αυτός ο ίδιος που κατασκευάζει το σπίτι και το διεκδικεί, ανήκει στο Θεό, ο οποίος του έδωσε την ψυχή και το σώμα. Ο Μέγας Βασίλειος ρωτά: ποία ειπέ μοι σαυτού; Ποια δικά σου,  ποία ιδιοκτησία δική σου; Πόθεν λαβών εις τον βίον εισήνεγκας; Πού τα βρήκες; Στον κόσμο ερχόμαστε γυμνοί, πόθεν λαβών εις τον βίον εισήνεγκας; Και λέει κι άλλα ο Μέγας Βασίλειος.

Εξαιτίας λοιπόν αυτής της διδασκαλίας, ότι δεν ανήκουν τα αγαθά στους πλουσίους, οι Άγιοι Πατέρες διαμόρφωσαν τη διδασκαλία ότι και οι πλούσιοι είναι απλώς διαχειριστές και οικονόμοι των αγαθών. Δεν πρέπει να χρησιμοποιούν για δική τους ωφέλεια, για δική τους απόλαυση τα αγαθά τους, απλώς είναι ένα λειτούργημα ο πλούτος, είναι οικονόμοι Θεού. Κι ότι αυτά πρέπει να τα χρησιμοποιούν για την κοινωνική λειτουργία του πλούτου.

Υπάρχουν στο χριστιανισμό σημαντικές αρχές οι οποίες διακρίνουν τη διδασκαλία για τον πλούτο και την πτώχεια σε σχέση και με τον καπιταλισμό, τον νεοφιλελευθερισμό, τον σοσιαλισμό και με τον κομμουνισμό. Η πιο σημαντική είναι η αρχή της αγάπης. Δεν υπάρχει η έννοια της αγάπης στον φιλελευθερισμό, διότι έχει το κέρδος ως η αρχή και κριτήριο, δηλαδή μόνο  η δική μου απόλαυση. Δεν υπάρχει αγάπη ούτε και στον κομμουνισμό. Στον κουμμουνισμό φθονούν και μισούν οι φτωχοί τους πλουσίους και θέλουν κι εκείνοι να γκρεμίσουν τους πλουσίους, για να απολαύσουν κι αυτοί τα υλικά αγαθά. Επομένως υλισμός υπάρχει και στη μια πλευρά και στην άλλη πλευρά. Και στην πλευρά των πλουσίων, οι οποίοι θέλουν να απολαύσουν μόνοι τους τα αγαθά και στην πλευρά των πτωχών, οι οποίοι θέλουν να γίνουν αυτοί πλούσιοι.

Ο χριστιανισμός λέγει ότι αυτή η εκ μέρους και των πλουσίων και των πτωχών διεκδίκηση των υλικών αγαθών είναι η αιτία της αναστατώσεως, που υπάρχει στον κόσμο. Διδάσκει ότι τα υλικά αγαθά δεν έχουν καμία αξία, είναι προσωρινά, φεύγουν. Τι έπαθε ο φτωχός Λάζαρος και τι έπαθε ο πλούσιος; Ο Λάζαρος πήγε στον Αβραάμ ευτυχισμένος, ενώ  ο πλούσιος «οδυνάτω εν τη φλογί». «Ουδαμόθεν άλλοθεν ο φθόνος ή εκ του προστετηκέναι τοις παρούσι, μάλλον δε πάντα τα κακά» λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο φθόνος προέρχεται από το ότι είμαστε κολλημένοι στα υλικά αγαθά. «Ει γαρ μηδέν είναι ενόμιζες τα χρήματα και την δόξαν του κόσμου τούτου, ουκ αν τοις έχουσιν εβάσκηνας». Γιατί εσύ πτωχέ, αν θεωρούσες πως τα υλικά αγαθά δεν είναι τίποτε, δεν θα είχες φθόνο και βασκανία εναντίον των πλουσίων.

Πράγματι, ο κάθε άνθρωπος, κατά πλειοψηφία, επιθυμεί τον πλούτο και αποστρέφεται τη φτώχια, γι’ αυτό προσπαθεί να αυξάνει το εισόδημά του, ώστε να βελτιώνει τις συνθήκες του παρόντος βίου.  Τούτη, δυστυχώς,  την περίοδο που διανύουμε την οικονομική κρίση έχουμε, πραγματικά,  γίνει πτωχότεροι. Εξαιτίας δε, αυτής της πτωχεύσεώς μας, αρκετοί έχουν περιέλθει σε μελαγχολία, σε απογοήτευση, σε φόβο, για το τι θα γίνει στο μέλλον, πώς θα ζήσουμε με τέτοιες συνθήκες. Είναι βεβαίως φυσικό να ρωτάμε το γιατί και το πώς οδηγηθήκαμε στο πρόβλημα της προσωπικής και δημόσιας χρεωκοπίας.

Βεβαίως οι απαντήσεις των πολιτικών αλληλοσυγκρούονται και η μια παράταξη επιρρίπτει και εναποθέτει το πρόβλημα στις άλλες, ενώ οι ειδικοί (δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι, διεθνολόγοι κ.ά.) δίδουν τις προσωπικές τους απαντήσεις, αλλά και αυτοί με αρκετή δόση κομματικής απόχρωσης. Το αποτέλεσμα είναι τα οδυνηρά γεγονότα που εκτυλίσσονται καθημερινά με αποκορύφωμα το γεγονός της παρεμπόδισης, τόσο της κεντρικής, όσο και πολλών περιφερειακών παρελάσεων της Εθνικής Επετείου του «ΟΧΙ» του 1940.  Γίναμε θεατές και μάρτυρες φρικτών εικόνων και γεγονότων.  Μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες είδαμε τις αιτιολογήσεις αρκετών υπευθύνων της εθνικής συμφοράς. Πάντως οι απολογητικές αυτές δικαιολογίες δεν είναι εύκολο να πείσουν το λαό και τους «κουρεμένους» πολίτες.

Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή διαβάζουμε ότι ο πλούσιος, όταν βίωσε την πέρα του θανάτου ζωή, αντιλήφθηκε  τα λάθη του ζήτησε να ειδοποιηθούν οι οικείοι του, ώστε να μη συνεχίσουν την ίδια στάση ζωής με αυτόν, για να μη περιέλθουν και εκείνοι στην ίδια κατάσταση.  Μήπως θα πρέπει και οι ηγέτες και οι παράγοντες του τόπου μας, παραδειγματισθούν «εδώ και τώρα», για τις δικές τους πράξεις και ενέργειες, για να μη δημιουργήσουν μεταξύ ημών τε και εκείνων «μέγα χάσμα»;  Βεβαίως χάσμα υπάρχει, αλλά μήπως, αν αρχίσουν να σκέπτονται περισσότερο από το να συσκέπτονται,  βελτιωθεί η εκτροχιασμένη κατάσταση που επικρατεί;

Με αφορμή τα πρωτοφανή γεγονότα της 28ης Οκτωβρίου 2011,  επισημαίνουμε το παράδειγμα του Χριστού, ο οποίος όπου κι αν πήγαινε «ευεργετούσε» και θεράπευε τους ανθρώπους και παρά ταύτα, όταν έβλεπε ακόμα και απλή δυσφορία κάποιων, έφευγε σε άλλη πόλη και δεν προέβαινε σε υπεράσπιση των πράξεων και ενεργειών Του.  Ούτε καθύβριζε το λαό, ούτε έχανε την αυτοκυριαρχία του, εν αντιθέσει με τους σημερινούς ηγέτες και άρχοντες, όπου θέλοντας να φιλοτεχνήσουν το προφίλ τους, μας διηγήθηκαν την νεανική τους δράση και πορεία και τους αγώνες τους και τις θυσίες τους, γι’ αυτό τον τόπο.

Προσωπικά σέβομαι βαθύτατα όλες τους τις περγαμηνές και τα παράσημα ή  διάσημα, που κατέχουν.  Όμως τούτες τις δύσκολες στιγμές δεν πρέπει να οικτίρουν αγανακτισμένους, ταλαιπωρημένους και βάναυσα κακοποιημένους ανθρώπους και όταν μάλιστα, πέρα και εκτός από τις περγαμηνές και τα διάσημά τους, έχουν συμβάλει και αυτοί στο φαινόμενο της χρεωκοπίας και της φτώχεια μας, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, αφού μετά το «αντάρτικο» και την εξορία(;) υπηρέτησαν την πολιτική σε κορυφαία αξιώματα. Επομένως χρειάζεται κανείς να κάνει την αξιολόγησή του και να λάβει τις γενναίες αποφάσεις, όσο οδυνηρές ή δαπανηρές και εάν είναι για τον ίδιο και για το σύστημα που τον προβάλλει και ας αποχωρήσει, όπως αποχωρούσε και ο Χριστός, όχι για άλλη πόλη, αλλά για άλλη ιδιότητα. 

Επειδή οι «βαρώνοι» και οι «λόρδοι» της πολιτικής δεν απεμπολούν εύκολα τις ιδιότητές τους και δεν αποδέχονται τα σφάλματα ή τα λάθη τους, ας βρεθεί έστω και ένας που δεν είναι πια πολιτικός, αλλά πολιτειακός    θεσμός, να δώσει λύση σε αυτή την ταλαιπωρημένη Ελλάδα, που έφτασε μέχρι του σημείου να μην μπορεί να αποδίδει τιμή και δόξα στους ήρωες και πολεμιστές της, γιατί οι παρελάσεις δεν είναι καλλιστεία, δεν είναι σουλάτσο ή ρομαντζάδα.  Οι παρελάσεις είναι απόδειξη του σεβασμού της μνήμης των πεσόντων στους αγώνες, υπέρ της πίστεως και της πατρίδος. 

Είναι γνωστό ότι οι άνθρωποι δεν έχουν ακολουθήσει τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και το παράδειγμα του Χριστού, γι’ αυτό υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν προβλήματα στον κόσμο, όπως το κοινωνικό πρόβλημα του πλούτου και της φτώχιας της οικονομικής και πνευματικής κρίσης, διότι ακολουθούν τις δικές τους σκέψεις, τις δικές τους διδασκαλίες, τις δικές τους επιθυμίες, τα δικά τους συμφέροντα.

Πάντως σε τούτο τον τόπο, που γεννήθηκε και απ’ εδώ διαδόθηκε η Δημοκρατία, οι  θέσεις απέναντι στον πλούτο δεν ήταν ποτέ τόσο σκληρές και άκαμπτες, όπως οι σημερινές. Πολλές φορές επενέβαιναν οι νομοθέτες και επέβαλαν στους πλουσίους φόρους, για την ενίσχυση των αποροτέρων τάξεων. Μερικές φορές ακόμη προέβαιναν και σε ανακατανομή των κτηματικών περιουσιών. Ηθικά δε αξιολογούμενος ο πλούτος στην αρχαία Ελλάδα, στηρίζεται στο πώς αποκτάει κανείς τον πλούτο, με νόμιμα μέσα, ή αν τον αποκτάει με ανήθικα μέσα. Επίσης δινόταν μεγάλη σημασία στην κοινωνική λειτουργία του πλούτου, διότι πίστευαν, ότι ωφελεί ο πλούτος την κοινωνία, αν διατίθεται για να βοηθά τους ασθενέστερους.  Υπήρχε επίσης κι ένα σπάσιμο αυτής της απεριόριστης αντιλήψεως, πως όταν είναι κανείς πλούσιος κάνει ό, τι θέλει τον πλούτο του, λέγοντας ότι δικά μου είναι τα χρήματα, δικά μου είναι τα κτήματα, ό, τι θέλω τα κάνω! Ακόμη και στην αρχαία Ελλάδα έχει σπάσει αυτή η αντίληψη. Υπάρχει στον Ευριπίδη μία θέση η οποία λέει: «ούτοι τα χρήματα ίδια κέκτηνται βρωτοί». Οι άνθρωποι δεν έχουν δικά τους χρήματα. «Τα των θεών δ’ έχοντες επιμελούμεθα». Είμαστε επιμελητές, διαχειριστές αυτών των οποίων μας έχει δώσει ο Θεός. Είναι ακριβώς σαν τη χριστιανική θέση η οποία δέχεται ότι ο Θεός μας τα δίνει όλα, του Θεού είναι όλα, δεν είμαστε εμείς ιδιοκτήτες. Εμείς είμαστε διαχειριστές των πραγμάτων: «τα των θεών δ’ έχοντες επιμελούμεθα». Ο Ξενοφώντας επίσης στην «Κύρου παιδεία» λέγει ότι δεν πρέπει να θεωρούμε ευτυχείς τους πλουσίους. Ευτυχείς είναι εκείνοι που απέκτησαν έντιμα τον πλούτο και τον χρησιμοποιούν για το καλό των ανθρώπων. Μόνον εκείνοι.

Δυστυχώς όμως εκτός από αυτήν την ανθρώπινη αρχαιοελληνική αντίληψη για τον πλούτο, υπάρχει και η  ρωμαϊκή αντίληψη, η νομική, περί ιδιοκτησίας και πλούτου, η οποία θεωρεί, ότι ο πλούτος είναι φυσικό δικαίωμα, προέκταση της φύσεως του ανθρώπου. Αφού εγώ γεννήθηκα πλούσιος, αφού είμαι πλούσιος, κάνω ό, τι θέλω τον πλούτο μου! Είναι στη φύση μου το να έχω κτήματα, η ιδιοκτησία είναι μέσα στη φύση μου! Δεν μπορεί κανένας να μου καταστρέψει το δικαίωμα αυτό να είμαι πλούσιος. Και αυτή η αντίληψη περί του ότι ο πλούτος είναι φυσική προέκταση, φυσικό δικαίωμα του ανθρώπου, πέρασε δυστυχώς στη Δύση, πέρασε και στα νεότερα χρόνια, στον οικονομικό φιλελευθερισμό και στον καπιταλισμό, ο οποίος ως μόνο κίνητρο έχει το κέρδος. Δεν τον νοιάζει για το κοινωνικό καλό και για το αν υπάρχουν φτωχοί. Έτσι ξεπήδησε ο κομμουνισμός και ο μαρξισμός, όπου αναφερόμενοι στους πλουσίους, τους λένε ότι μπορείτε να κάνετε τα αγαθά της γης, ό,τι θέλετε. Θα επαναστατήσουμε και δια της βίας θα σας τα πάρουμε. Και έτσι δημιουργήθηκε η αιώνια πάλη μεταξύ των μεν και των δε, του πλούτου και της φτώχιας που ταλαιπωρεί την ανθρωπότητα από την αρχή της γενέσεώς της. Ας έχουμε στη σκέψη και στο νου μας  τη σημερινή ευαγγελική περικοπή, ας θυμόμαστε την κατάσταση του πλουσίου και του πτωχού και ας σταματήσουν οι υπεύθυνοι της φτώχειας μας, να μας κάνουν φτωχότερους.